заставлять - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

заставлять - translation to Αγγλικά


заставлять      
заставить
v.
force, compel, make
заставлять      

см. тж. что заставит нас искать


• Wind and temperature gradients cause sound ray paths to curve.


• Trochotrons can be made to count at very high speeds.


• It is possible to have the velocity decrease with pressure ...


• A solid ferromagnet can be induced to move.

заставлять вращаться      

• This set of nozzles imparts spin to the missile.

Ορισμός

заставлять
ЗАСТАВЛ'ЯТЬ, заставляю, заставляешь. ·несовер. к заставить
1. Заставлять стол посудой.
II. ЗАСТАВЛ'ЯТЬ, заставляю, заставляешь. ·несовер. к заставить
2. "Заставлял их вздрагивать порой унылый свист играющей метели." Лермонтов.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για заставлять
1. Профессия такова, что нужно себя заставлять, нужно других заставлять...
2. Приходится контролировать, заставлять, убеждать, наказывать.
3. Приходится себя заставлять", -признается Лукьянов.
4. Заставлять бесполезно, - подвела итог дрессировщица.
5. Пора заставлять муниципалитеты перерабатывать мусор.
Μετάφραση του &#39заставлять&#39 σε Αγγλικά